by Vangelis Aragiannis , Jazz Buzz
Θυμάμαι τον Mark Whitfield από το ξεκίνημά του το 1990 με το “The Marksman” κι αμέσως μετά με το πολύ καλό “Patrice”. Και τα δυο από τη Warner, σε μια εποχή που οι μεγάλες εταιρίες αναζητούσαν επισταμένως τα επόμενα αστέρια της τζαζ, ανάμεσα στους αποφοίτους του Berklee. Με την άψογη κιθαριστική τεχνική του, επηρεασμένη κυρίως από τον George Benson και με έναν ήχο δυναμικό αλλά και γλυκό, που ενσωμάτωνε στοιχεία από το R&B, τη soul και τα gospel, πάντοτε μέσα στο πλαίσιο του mainstream, ο νεαρός νεοϋορκέζος έδειχνε ότι έχει τα φόντα να τα καταφέρει.
Είκοσι πέντε χρόνια αργότερα και με καμιά δεκαριά άλμπουμ να έχουν μεσολαβήσει, τα βασικά συστατικά της μουσικής του δεν έχουν αλλάξει πολύ. Το “Grace” (Marksman Productions) έρχεται να δώσει τέλος στο δισκογραφικό κενό που ακολούθησε το “Songs of Wonder” (2009), ένα κάπως χλιαρό tribute στον Stevie Wonder. Για αυτή την “επανεκκίνηση” έπαιξε σίγουρα ρόλο και το ότι μέσα σε αυτό το διάστημα οι δύο γιοι του κιθαρίστα αναδείχτηκαν σε άξιους συνεργάτες. Έχοντας λοιπόν στο πλευρό του τον Davis στο πιάνο και τον Mark Jr. στα ντραμς, δεν χρειαζόταν παρά έναν μπασίστα για να συμπληρώσει το γκρουπ του, θέση την οποία έδωσε στον Yasushi Nakamura.
Και τα εννιά κομμάτια του “Grace” έχουν την υπογραφή του πατρός Whitfield, με μόνο το σύντομο “Pulse Pt. 2” στο κλείσιμο του CD, να συνυπογράφεται από τον Davis. Το άλμπουμ ξεκινά με τον δυνατό ρυθμό του “Afro Samurai” που πυροδοτεί και τους τρεις Whitfield να ανεβάσουν ο ένας μετά τον άλλο την ένταση, ενώ το straight ahead “Blue D.A.” είναι αφιερωμένο Kenny Kirkland, ο οποίος συμμετείχε στην πρώτη εμφάνιση του κομματιού το 1994. Στη συνέχεια γίνεται μια εναλλαγή ανάμεσα σε μπαλάντες και ρυθμικά κομμάτια, με τον κιθαρίστα να κάνει με μεγάλη επιδεξιότητα συνεχείς αναφορές στον George Benson (ιδίως στο “Double Trouble”, το “The Socrates Curse” και το “Fortress”) και τον Davis -άλλοτε στο κλασικό, άλλοτε στο ηλεκτρικό πιάνο- με τον Mark Jr. να στέκονται επάξια δίπλα του. Ένα ακόμη μέλος της οικογένειας, η εξαδέλφη Sy Smith, με τη ζεστή και αισθαντική φωνή της σε lead και backing vocals, πλουτίζει τη ρυθμική μπαλάντα που έδωσε τον τίτλο στο όμορφο άλμπουμ του κιθαρίστα.